Περιγραφή

Το εθνικό δίκτυο παρακολούθησης της ποσότητας και της ποιότητας των υδάτων ορίστηκε το 2011 με την ΚΥΑ 140384/2011 και τροποποιήθηκε το 2021 με την ΚΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΠΔΥΠ/107168/1444/2021. Περιλαμβάνει τους φορείς λειτουργίας του εθνικού δικτύου, τους σταθμούς και τις παραμέτρους παρακολούθησης. Περισσότερα για το εθνικό δίκτυο παρακολούθησης υδάτων εδώ.

Με την ΚΥΑ 140384/2011, το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας/Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΜΓΦΙ/ΕΚΒΥ) είχε οριστεί ως αρμόδιος φορέας για την παρακολούθηση 53 σταθμών στις λίμνες της χώρας. Με την ΚΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΠΔΥΠ/107168/1444/2021, το εθνικό δίκτυο παρακολούθησης υδάτων επεκτάθηκε και πλέον περιλαμβάνει 79 σταθμούς παρακολούθησης λιμνών στην ηπειρωτική χώρα, τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη.

Στους σταθμούς παρακολούθησης των λιμνών διενεργούνται τακτικές δειγματοληψίες για βιολογικά, φυσικοχημικά, υδρομορφολογικά στοιχεία ποιότητας υδάτων, και αναλύσεις για βιολογικά, φυσικοχημικά, υδρομορφολογικά στοιχεία ποιότητας, επεξεργασία και σύνθεση αποτελεσμάτων, υπολογισμός δεικτών ποιότητας και ταξινόμηση της οικολογικής κατάστασης των λιμνών. Επίσης, γίνονται δειγματοληψίες για χημικές ουσίες και τα δείγματα αποστέλλονται στο Γενικό Χημείο του Κράτους και το Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ, για ανάλυση, ώστε οι λίμνες να ταξινομούνται ως προς τη χημική τους κατάσταση. Για τις μεθόδους δειγματοληψίας και ανάλυσης κάθε στοιχείου ποιότητας δείτε εδώ. Τα δεδομένα αποστέλλονται στη Γενική Διεύθυνση Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αναρτώνται ηλεκτρονικά στην ιστοσελίδα του Υπουργείου εδώ και στην παρούσα ιστοσελίδα εδώ. Τα αποτελέσματα της οικολογικής και χημικής ταξινόμησης των λιμνών, τροφοδοτούν τα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής (ΣΔΛΑΠ), τα οποία αναθεωρούνται κάθε έξι έτη. Περισσότερα για τα ΣΔΛΑΠ εδώ.

Μέσω του εθνικού δικτύου παρακολούθησης, η χώρα έχει χρονοσειρές δεδομένων που τεκμηριώνουν την κατάσταση και τις τάσεις στα υδατικά συστήματα της χώρας, ώστε οι αρμόδιες υπηρεσίες να ιεραρχούν και στοχευμένα να λαμβάνουν τα κατάλληλα κάθε φορά μέτρα διατήρησης και διαχείρισης. Με τη διαχρονική παρακολούθηση καταγράφεται η βελτίωση ή μη στην κατάσταση των υδατικών συστημάτων και συνεπώς δίνεται η δυνατότητα αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών.